προπύλαια

προπύλαια
τα
επέκταση ναού, της Ακρόπολης των Αθηνών κτλ. μπροστά από την κύρια πύλη: Προπύλαια της Ακρόπολης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Προπυλαία — Προπυλαίᾱ , Προπυλαίη fem nom/voc/acc dual Προπυλαίᾱ , Προπυλαίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπυλαία — προπυλαίᾱ , προπύλαιος before the gate fem nom/voc/acc dual προπυλαίᾱ , προπύλαιος before the gate fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπύλαια — Η κύρια είσοδος σε ένα αρχιτεκτονικό συγκρότημα (αγορά, ακρόπολη ή ιερό). Κατ’ αρχήν συναντούμε π. ήδη στο δεύτερο στρώμα της Τροίας (2400 – 2200 π.Χ.) και στο ανάκτορο της Τίρυνθας πριν από τα περίφημα π. της ακρόπολης των Αθηνών, έργο του… …   Dictionary of Greek

  • Προπύλαια — Sp Propilėjai Ap Προπύλαια/Propylaia L ist. vartai Atėnuose …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • προπύλαια — προπύλαιος before the gate neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Προπυλαίας — Προπυλαίᾱς , Προπυλαίη fem acc pl Προπυλαίᾱς , Προπυλαίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προπυλαίας — προπυλαίᾱς , προπύλαιος before the gate fem acc pl προπυλαίᾱς , προπύλαιος before the gate fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Пропилеи — (Προπύλαια) у древних греков род сеней или преддверия, преимущественно в храмах, украшенного колоннами. О П. афинского акрополя см. соотв. ст …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …   Dictionary of Greek

  • Ελευσίνα — Πόλη (25.863 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στην ακτή του Σαρωνικού κόλπου, σε απόσταση 24 χλμ. από την Αθήνα. Η πόλη καταλαμβάνει μεγάλο μέρος της ομώνυμης πεδιάδας (το αρχαίο Θριάσιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”